- μεσόλιθος
- ο(ορυκτ.) ένυδρο αργιλοπυριτικό ορυκτό τού νατρίου και τού ασβεστίου που ανήκει στους ζεολίθους και είναι μέλος τής ομάδας τού νατρολίθου.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ζεόλιθοι — Ομάδα ένυδρων πυριτικών ορυκτών του νατρίου και του ασβεστίου. Η κρυσταλλική δομή τους χαρακτηρίζεται από ένα δίκτυο που αποτελείται βασικά από τετραεδρικές ομάδες SiO4 και ΑlΟ4, μεταξύ των οποίων παρεμβάλλονται ιόντα μετάλλων (Ca,Na) και μόρια… … Dictionary of Greek